Του Άρη Μπερζοβίτη
Ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης ήταν ο κεντρικός ομιλητής κατά την επίσημη έναρξη του Πανελληνίου Συνεδρίου για τα Οικονομικά και τις Πολιτικές Υγείας. Προλογίζοντας τον υπουργό, ο πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής, καθηγητής Κώστας Αθανασάκης και ο πρόεδρος της Επιστημονικής Επιτροπής, καθηγητής Κυριάκος Σουλιώτης, επισήμαναν τα άλματα που έχουν γίνει τα τελευταία 25 χρόνια στο Σύστημα Υγείας και υπογράμμισαν το ρόλο του Συνεδρίου ως χώρου ζυμώσεων και παραγωγής ιδεών.
Αρχικά, ο κ. Άδωνις Γεωργιάδης ευχαρίστησε θερμά τους κυρίους Αθανασάκη και Σουλιώτη για τη συνεισφορά τους στην εξέλιξη του συστήματος υγείας κατά την πρώτη του θητεία ως υπουργού Υγείας το 2013-2014. Τον μεν κ. Αθανασάκη για τη μελέτη του σχετικά με την αξία της χρήσης των βιοδεικτών στις θεραπευτικές αποφάσεις, η οποία οδήγησε στην έγκριση της αποζημίωσης των βιοδεικτών από το σύστημα υγείας, τον δε κ. Σουλιώτη για τη μελέτη του που συνέβαλε στη δημιουργία του ΠΕΔΥ. Σε αυτό το σημείο, ο κ. Γεωργιάδης επισήμανε τον διπλασιασμό των κρατικών δαπανών για την υγεία που έχει επιτευχθεί στην τρέχουσα δεύτερη θητεία του, από 4,3 δισ. ευρώ το 2019 σε 8,6 δισ. ευρώ το 2026, αποδίδοντας την αύξηση αυτή στο τέλος των μνημονιακών ετών και στην υπεύθυνη και συνετή χρήση της χρηματοδότησης από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Στη συνέχεια, ο κ. Γεωργιάδης στηλίτευσε έντονα πρόσφατες εκθέσεις που είδαν το φως της δημοσιότητας και που παρουσιάζουν την Ελλάδα ως μία χώρα στην οποία οι ασθενείς δεν έχουν πρόσβαση σε ιατρικές υπηρεσίες και φάρμακα. Δεν υπάρχει ούτε μία κατηγορία ανθρώπων στην οποία το ελληνικό κράτος να αρνείται θεραπεία, δήλωσε εμφατικά ο υπουργός, προσθέτοντας ότι κατά το δίμηνο Οκτωβρίου-Νοεμβρίου 2026 κλείστηκαν πάνω από 1 εκατομμύριο δωρεάν ραντεβού σε δημόσια δομή με ειδικευμένο γιατρό του ΕΣΥ και ότι η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα είναι λίγο πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Έφερε επίσης ως παράδειγμα τη Γερμανία, μια χώρα στην οποία η απώλεια της εργασίας σημαίνει απώλεια της ασφάλισης και της πρόσβασης στο σύστημα υγείας και στην οποία κάποια φάρμακα για βαριά ογκολογικούς ασθενείς αποζημιώνονται για 18 ενδείξεις, τη στιγμή που στην Ελλάδα τα ίδια φάρμακα αποζημιώνονται για 24 ενδείξεις, προκειμένου να καταρρίψει τους κακόβουλους -όπως είπε- ισχυρισμούς. «Η Ελλάδα είναι η πιο γαλαντόμος χώρα στην Ευρώπη», δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Γεωργιάδης, τονίζοντας ότι θα πρέπει να μιλάμε για τα πραγματικά μας προβλήματα. Συμπλήρωσε ότι δεν θα αρνηθεί, ούτε θα κρύψει τα πραγματικά προβλήματα, όπως είναι η έλλειψη νοσηλευτών, η έλλειψη κάποιων ιατρικών ειδικοτήτων, η αργή υιοθέτηση του θεσμού του προσωπικού γιατρού, οι δυσκολίες πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας στα νησιά και η ανάγκη για νέο ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό, αλλά τόνισε επίσης ότι δεν μπορεί να δεχθεί ανυπόστατους ισχυρισμούς.
Αναφορικά με το ζήτημα του προσωπικού γιατρού, συγκεκριμένα, ο κ. Γεωργιάδης διευκρίνισε ποια είναι η διαφωνία που προέκυψε πρόσφατα ανάμεσα στον ίδιο και τον κ. Παππά, βουλευτή του ΠΑΣΟΚ. Όπως εξήγησε ο υπουργός, η θέση της σημερινής κυβέρνησης είναι ότι ο προσωπικός γιατρός δεν πρέπει να λειτουργεί ως «gatekeeper», δηλαδή αυτός στον οποίο είναι υποχρεωμένος να απευθύνεται ο ασθενής προκειμένου να κλείσει ραντεβού με εξειδικευμένο γιατρό, αντί να κλείνει απευθείας το ραντεβού μόνος του μέσω της ειδικής πλατφόρμας. Ο κ. Γεωργιάδης τόνισε ότι οι ψηφοφόροι θα πρέπει να γνωρίζουν ποια είναι η θέση του ΠΑΣΟΚ πάνω σε αυτό το θέμα πριν πάνε στην κάλπη και πρόσθεσε πως στις χώρες στις οποίες εφαρμόζεται το gatekeeping τα πράγματα δεν είναι καθόλου ειδυλλιακά για τους ασθενείς.
Τέλος, ο κ. Γεωργιάδης δήλωσε ότι αισθάνεται πολύ τυχερός που είναι υπουργός Υγείας στην τρέχουσα συγκυρία καθώς, χάρη στους γιγαντιαίους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, αυτήν τη στιγμή ανακαινίζεται το σύνολο των νοσοκομείων και των Κέντρων Υγείας και αγοράζεται καινούργιος εξοπλισμός, ενώ επίσης υλοποιούνται δύο πολύ σημαντικά προγράμματα: το πρόγραμμα «Προλαμβάνω» και η ψηφιοποίηση της υγείας. Σε ό,τι αφορά την ψηφιοποίηση της υγείας, η Ελλάδα είναι σήμερα πολύ μπροστά από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, μαζί με την Ισπανία, την Εσθονία και τη Φινλανδία, ενώ οι μεγάλες χώρες της κεντρικής Ευρώπης είναι πολύ πιο πίσω – η δε Γερμανία είναι εκεί που ήμασταν εμείς το 2000. Ο υπουργός υγείας δήλωσε επίσης ενθουσιασμένος για το γεγονός ότι από τον Ιούνιο του 2026 η ψηφιακή αποτύπωση της κατάστασης της υγείας θα γίνεται σε πραγματικό χρόνο. Όπως εξήγησε ο κ. Γεωργιάδης, το σημερινό πληροφοριακό σύστημα (PI) του υπουργείου υγείας είναι απολογιστικό – δεν ενημερώνεται σε πραγματικό χρόνο. Πρόσθεσε ότι πάνω σε αυτό το εξαιρετικό ψηφιακό περιβάλλον θα χτιστεί το επόμενο βήμα, που είναι η τεχνητή νοημοσύνη, η οποία θα υποδεικνύει πού υπάρχουν ελλείμματα, ποια είναι η καλύτερη διαχείριση των πόρων και ποιες είναι οι πλέον κατάλληλες αλλαγές. Προειδοποίησε δε ότι η υπερσυνταγογράφηση θα πρέπει να σταματήσει, καθώς ο αλγόριθμος της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης θα επιτρέπει τον άμεσο εντοπισμό της, ενώ επίσης θα συμβάλλει στην αντιμετώπιση της πολυφαρμακίας.
Η μεγάλη παρακαταθήκη της σημερινής κυβέρνησης, κατέληξε ο κ. Γεωργιάδης, είναι ότι, στο άμεσο μέλλον, θα έχουμε πλήρη εικόνα, σε απόλυτο βαθμό, της κατάστασης υγείας του ελληνικού πληθυσμού σε πραγματικό χρόνο και θα διαθέτουμε τα ψηφιακά εργαλεία που θα μας βοηθούν να διαχειριστούμε σωστά τους πόρους μας.
Συζήτηση
Κατά τη συζήτηση που ακολούθησε, ο κ. Αθανασάκης κάλεσε τον κ. Γεωργιάδη να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στη μελέτη σχετικά με τις μαστογραφίες στην Ελλάδα –για την οποία είχαν διαφωνήσει νωρίτερα– και κυρίως στις προτάσεις που διατυπώνονται και που καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος της μελέτης. Ο κ. Γεωργιάδης δήλωσε υπέρμαχος του διαλόγου και πρόθυμος να δουν τα σημεία ένα προς ένα και επανέλαβε ότι επιθυμεί να παρουσιάζουμε και να λύνουμε τα προβλήματα, αλλά όχι να τα μεγεθύνουμε. Ο κ. Σουλιώτης σχολίασε ότι η αξιοποίηση των ψηφιακών εργαλείων θα καταδείξει τα συστημικά και αντικειμενικά προβλήματα και θα επιτρέψει τη μετάβαση στη λήψη τεκμηριωμένων αποφάσεων, καθώς και ότι η πολιτική υγείας δεν έχει κάποιο χρονικό ορόσημο και δεν ολοκληρώνεται ποτέ από κανέναν υπουργό. Πρόσθεσε επίσης ότι η δεξαμενή των πόρων είναι μία και ότι είναι απαραίτητος ο καθορισμός προτεραιοτήτων.
Ο κ. Γεωργιάδης απάντησε ότι πράγματι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος για τις δαπάνες υγείας είναι 7,5% του ΑΕΠ, ενώ στην Ελλάδα είναι 5,8%. Αυτό σημαίνει ότι από το σύστημα λείπουν περίπου 5 δισ. ευρώ, τα οποία όμως δεν μπορούν να κοπούν ούτε από τις αμυντικές δαπάνες (3% του ΑΕΠ στην Ελλάδα, έναντι 0% σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες), ούτε από τις συντάξεις (14% στην Ελλάδα, έναντι 10% σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες). Επισήμανε επίσης πως οι δαπάνες για την υγεία ήταν πάντα το 5% του ΑΕΠ, με όλες τις κυβερνήσεις, ακόμη και με την αριστερά στην εξουσία.
Ο κ. Σουλιώτης θέλησε να κλείσει τη συζήτηση με κάποια αισιόδοξα μηνύματα, δηλώνοντας ότι ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των δαπανών υγείας στην Ελλάδα είναι μία ποσοστιαία μονάδα πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ οι δαπάνες για την πρόληψη έχουν φθάσει στο 3,5%, από 1,5% που ήταν την περσινή χρονιά.








