Ο καρκίνος του προστάτη αποτελεί έναν από τους συχνότερους καρκίνους στους άνδρες και στις περισσότερες περιπτώσεις διαγιγνώσκεται σε πρώιμο στάδιο, όταν η νόσος παραμένει εντοπισμένη στον προστάτη χωρίς να έχει δώσει μεταστάσεις. Σε αυτό το στάδιο, υπάρχουν πολλές θεραπευτικές επιλογές που επιτρέπουν υψηλά ποσοστά ίασης, ενώ ταυτόχρονα δίνεται ιδιαίτερη σημασία στη διατήρηση της ποιότητας ζωής. Η προσέγγιση που επιλέγεται εξαρτάται από τον βαθμό επιθετικότητας του όγκου, την ηλικία του ασθενούς, τις συνοδές παθήσεις και τις προσωπικές προτιμήσεις του. Έτσι, ένας άνδρας με χαμηλού κινδύνου καρκίνο μπορεί να παρακολουθείται στενά χωρίς άμεση θεραπεία μέσω της λεγόμενης «ενεργούς παρακολούθησης», με τακτικές εξετάσεις PSA, απεικονίσεις και, όταν χρειάζεται, επαναληπτικές βιοψίες. Αντίθετα, ασθενείς με όγκους ενδιάμεσου ή υψηλότερου κινδύνου συχνά χρειάζονται θεραπεία, όπως χειρουργική αφαίρεση του προστάτη ή ακτινοθεραπεία.
Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής (Νοσοκομείο Αλεξάνδρα) της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ Δρ. Μαρία Καπαρέλου (Παθολόγος – Ογκολόγος) και Θάνος Δημόπουλος (τ. Πρύτανης ΕΚΠΑ, Καθηγητής Θεραπευτικής – Ογκολογίας – Αιματολογίας, Διευθυντής Θεραπευτικής Κλινικής) αναφέρουν ότι σε αρκετές περιπτώσεις, ιδίως σε άνδρες με πιο επιθετική μορφή καρκίνου, η ακτινοθεραπεία συνδυάζεται με ορμονοθεραπεία (Androgen Deprivation Therapy – ADT). Η ορμονοθεραπεία μειώνει τα επίπεδα ανδρογόνων, κυρίως της τεστοστερόνης, τα οποία αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την ανάπτυξη πολλών καρκίνων του προστάτη. Η μείωση αυτών των ορμονών μπορεί να ενισχύσει την αποτελεσματικότητα της ακτινοβολίας και να περιορίσει την πιθανότητα υποτροπής. Ωστόσο, η ορμονοθεραπεία δεν είναι χωρίς κόστος, καθώς μπορεί να προκαλέσει ανεπιθύμητες ενέργειες όπως εξάψεις, κόπωση, μείωση της libido, αύξηση σωματικού βάρους και σε μακροχρόνια χρήση να επηρεάσει αρνητικά την καρδιαγγειακή υγεία και τον μεταβολισμό. Για τον λόγο αυτόν, οι επιστήμονες εξετάζουν εδώ και χρόνια ποια είναι η ιδανική διάρκεια του ανδρογονικού αποκλεισμού, ώστε να προσφέρει το μέγιστο όφελος χωρίς να επιβαρύνει υπερβολικά τον ασθενή.
Μία πρόσφατη μεγάλη μετα-ανάλυση που δημοσιεύθηκε στο JAMA Oncology το 2025 προσπάθησε να απαντήσει ακριβώς σε αυτό το ερώτημα. Η μελέτη συγκέντρωσε δεδομένα από 13 τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές και συνολικά περισσότερους από 10.000 άνδρες με εντοπισμένο καρκίνο του προστάτη που είχαν λάβει ακτινοθεραπεία σε συνδυασμό με ADT. Με μέσο χρόνο παρακολούθησης που ξεπερνούσε τα 11 χρόνια, οι ερευνητές μπόρεσαν να αποτιμήσουν με αξιοπιστία πόσο επηρεάζει η διάρκεια της ορμονοθεραπείας την πιθανότητα υποτροπής, την εμφάνιση μεταστάσεων και τη συνολική επιβίωση.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η προσθήκη ADT στην ακτινοθεραπεία βελτιώνει σαφώς τις εκβάσεις για πολλούς ασθενείς, μειώνοντας τον κίνδυνο βιοχημικής υποτροπής και απομακρυσμένης νόσου. Ωστόσο, ένα από τα πιο σημαντικά ευρήματα της μελέτης ήταν ότι το όφελος αυτό δεν αυξάνεται απεριόριστα όσο παρατείνεται η διάρκεια της ορμονοθεραπείας. Αντίθετα, η μεγαλύτερη ωφέλεια φαίνεται να συγκεντρώνεται μέσα στους πρώτους εννέα έως δώδεκα μήνες. Πέρα από αυτό το διάστημα, η βελτίωση στις κλινική έκβαση φαίνεται να είναι μικρή, ενώ ο κίνδυνος παρενεργειών και θνησιμότητας από άλλες αιτίες αυξάνεται. Αυτό σημαίνει ότι για πολλούς άνδρες, ιδίως όσους έχουν ενδιάμεσο κίνδυνο, μια σχετικά σύντομη διάρκεια ADT ίσως είναι αρκετή για να εξασφαλίσει πολύ καλά αποτελέσματα χωρίς τις επιπλέον επιβαρύνσεις μιας μακροχρόνιας θεραπείας.
Η μελέτη καταλήγει στο ότι η διάρκεια της ορμονοθεραπείας πρέπει να εξατομικεύεται προσεκτικά. Οι ασθενείς υψηλού κινδύνου ενδέχεται να ωφεληθούν από μεγαλύτερη διάρκεια ADT, ενώ όσοι έχουν λιγότερο επιθετική νόσο μπορούν να επιτύχουν άριστο έλεγχο του καρκίνου με συντομότερη θεραπεία. Τα ευρήματα αυτά υπογραμμίζουν τον κεντρικό ρόλο της εξατομικευμένης, βιολογικά καθοδηγούμενης θεραπευτικής προσέγγισης και ενισχύουν τη σημασία της λήψης κλινικών αποφάσεων που λαμβάνουν υπόψη όχι μόνο τα μορφολογικά και μοριακά χαρακτηριστικά του όγκου, αλλά και το συνολικό κλινικο-βιολογικό προφίλ του ασθενούς, συμπεριλαμβανομένων των συννοσηροτήτων, της λειτουργικής κατάστασης και των επιδράσεων στην ποιότητα ζωής.







